Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2015

Πολλή συζήτηση γίνεται για κυβέρνηση συνεργασίας...

Όταν το είπε την Πέμπτη– για πολλοστή φορά- ο Β.Λεβέντης στην Βουλή, δεν θεωρήθηκε επαρκώς σοβαρό. Λογικό. Όταν η ψηφοφορία για τα προαπαιτούμενα «έβγαλε» την κυβέρνηση με οριακή πλειοψηφία 153 μόλις βουλευτών ο προβληματισμός μεγάλωσε. Όταν το ανέφερε όμως στο κύριο άρθρο της η Αυγή αλλά και ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ το πράγμα έγινε επίσημο: Στα κέντρα του υφιστάμενου πολιτικού συστήματος, γίνεται κουβέντα για κυβέρνηση συνεργασίας. Είτε ως λύση είτε ως φόβητρο… 
Εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ δηλώνεται ευθέως ότι το σενάριο μίας κυβέρνησης συνεργασίας ή μίας κυβέρνησης τεχνοκρατών είναι ο στόχος της … ευρείας αξιωματικής αντιπολίτευσης. Χαρακτηριστική είναι η σχετική παράγραφος του κύριου άθρου της εφημερίδας ΑΥΓΗ: «Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ δεν αγωνίζονται για να ρίξουν τον Τσίπρα και να οδηγήσουν τη χώρα σε εκλογές, διότι αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο. Ουσιαστικά αγωνίζονται για να μπουν στην κυβέρνηση με τον ΣΥΡΙΖΑ στο τιμόνι για να προστατέψουν εγχώρια συμφέροντα που θίγονται από την επάνοδο της δημοκρατίας και στο επιχειρείν» (Πολύ θα θέλαμε να μάθουμε – παρεμπιπτόντως- και ποια είναι αυτά τα εγχώρια συμφέροντα που …δεν θίγονται από την επάνοδο της δημοκρατίας).
Την ίδια εκτίμηση έκανε κατά την διάρκεια της συζήτησης για τα προαπαιτούμενα στην Βουλή και ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ Χρήστος Μαντάς. Όπως είπε «πολλές πλευρές του Κοινοβουλίου, είτε με έναν μεταμοντέρνο τρόπο, είτε με έναν πιο παραδοσιακό, είτε και με έναν λίγο «αλλού γι’ αλλού», ακούστηκε ένα κοινό αίτημα. Και το αίτημα ήταν ουσιαστικά «μαζέψτε τα και φύγετε, για να έρθουμε εμείς ξανά σε αυτήν την ευθύνη, που έχουμε και επάρκεια, που έχουμε και γνώσεις, που ξέρουμε και πώς να τα διαπραγματευόμαστε και εν πάση περιπτώσει μια κυβέρνηση εθνικής ευθύνης, εθνικής ενότητας, τεχνοκρατών».

Αυτού του είδους οι εκτιμήσεις «πατάνε» φυσικά τόσο στις προεκλογικές δηλώσεις του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας, Βαγγέλη Μεϊμαράκη, που μιλούσε ευθέως για κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού όσο και στις ευθείες εκκλήσεις της προέδρου του ΠΑΣΟΚ Φώφης Γεννηματά που έχει δηλώσει ότι «η Ελλάδα δεν χρειάζεται ευκαιριακές συμμαχίες. Χρειάζεται ευρύτατη συμφωνία των πολιτικών δυνάμεων γύρω από ένα σχέδιο με προοδευτικό πρόσημο».

Όσον αφορά όμως την πολιτική λειτουργική τους είναι μάλλον προφανής: Απέναντι σε μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία που ήδη έχει δύο απώλειες (Παναγούλης-Νικολόπουλος) και μία διαφοροποίηση (Σακελλαρίδης)  απαιτείται και το κατάλληλο … σκιάχτρο! Ας μην ξεχνάμε ότι «προ των πυλών» είναι ένα τουλάχιστον «μνημονιακό» νομοσχέδιο, το ασφαλιστικό ενώ δεν αποκλείεται να υπάρξει και νομοθετική πρωτοβουλία και για θέματα των εργασιακών σχέσεων.
Μάλιστα τα σενάρια της πιθανής αναγκαιότητας κυβερνητικών συνεργασιών, ίσως κάποιοι εκτιμούν ότι θα αποδειχθούν πιο αποτελεσματικά από το να μνημονεύεται ο κίνδυνος της πτώσης της κυβέρνησης γενικώς. Ιδίως όταν υπάρχουν και δηλώσεις όπως αυτή του Παναγιώτη Κουρουμπλή που σημείωσε την Πέμπτη (19/11) σε συνέντευξή σε ραδιοφωνικό σταθμό ότι «αυτή την στιγμή προέχει η χώρα να πετύχει δυο στόχους, την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος και την ρύθμιση του χρέους. Αυτό από την στιγμή που θα χρειαστεί να ζητηθεί και βοήθεια και από κάποια άλλη πολιτική δύναμη εγώ νομίζω ότι πάνω από όλους μας είναι ο τόπος αυτή τη στιγμή. Εγώ δεν θα ήμουν αρνητικός».

Όλα τούτα την ίδια στιγμή που ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, επισκεπτόμενος τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας,  σημείωσε πως «πρέπει να υπάρχει μία στοιχειώδης πολιτική συνεννόηση» για τα μείζονα πολιτικά ζητήματα. Από το Μ.Μαξίμου η δήλωση θεωρείται ως πίεση προς τα κόμματα της «ευρωπαϊκής» αντιπολίτευσης, ώστε να μην καταψηφίζουν τυφλά για λόγους πολιτικού οφέλους τα νομοσχέδια που «κατεβάζει» η κυβέρνηση με βάση την ψηφισμένη από ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΠΟΤΑΜΙ συμφωνία. Μάλιστα όπως δεικτικά σχολίαζε η ΑΥΓΗ  «ήδη οι συγγενείς ομάδες κομμάτων στην Ευρώπη είναι εξοργισμένες».

Εν κατακλείδι…

Για την υλοποίηση του σεναρίου μίας κυβέρνησης συνεργασίας, ή κυβέρνησης τεχνοκρατών, ή οικουμενικής, όπως θέλετε πείτε την, δεν φαίνεται να συντρέχουν για την ώρα οι υποκειμενικές προϋποθέσεις. Η σχετική φημολογία φαίνεται να χρησιμοποιείται -στην παρούσα τουλάχιστον φάση- ως φόβητρο συνοχής των κοινοβουλευτικών ομάδων του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ.

Όμως οι αντικειμενικές προϋποθέσεις ισχύουν και με το παραπάνω. Δεν είναι άλλες από τις μνημονιακές δεσμεύσεις στους δανειστές και τις λογικές του είδους «πάση θυσία στο Ευρώ» που είναι κυρίαρχες αυτή την στιγμή στους συσχετισμούς που υπάρχουν στο ελληνικό κοινοβούλιο. Κι όσο αυτές υφίστανται η κυβέρνηση συνεργασίας θα είναι πάντα μια κάποια λύση